Ο ΑΤΕΛΕΣΦΟΡΟΣ ΦΟΒΟΣ
Διήγημα
Το ανατριχιαστικό ουρλιαχτό μιας σειρήνας ασθενοφόρου, που τρέχει δαιμονισμένα, κομματιάζει την νύχτα και τα θραύσματα της τινάζουν στον αέρα, το ήδη ευάλωτο νευρικό μου σύστημα….
Ούτε ξέρω πόση ώρα έχει περάσει με το χέρι μετέωρο να κρατά το μολύβι πάνω από το άγραφο χαρτί. Μια αταξία διέπει τις σκέψεις μου. Η μια διαδέχεται την άλλη χωρίς να στέκονται λεπτό. Άλλες τριγυρίζουν άσκοπα κι άλλες κουνιούνται σαν σούργελα, καθώς εμφανίζονται στην οθόνη του μυαλού μου. Άλλες πάλι κουβεντιάζουν μεταξύ τους, μα όλες ανεξαιρέτως, τα κάνουν όλα ερήμην μου, λες κι εγώ δεν υπάρχω.
Γίνομαι θεατής του ανώφελου λοιπόν, αφού έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να γράψω τίποτα. Ικανότης έκφρασης μηδέν. Έμπνευση απούσα..
Σιγά μην επισκεφτεί η έμπνευση εμένα. Αυτή η υπερόπτης μέχρις εσχάτων ικανότητα, το μόνο που κάνει, είναι να παρατηρεί το κενό της σκέψης μου μειδιώντας.. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η κυρία, η χειμαρρώδης και γοητευτική, η επί αιώνες ποθητή από όλους, κατακτιέται μόνο από λίγους.. Είναι πολύ δύσκολο να έρθεις σε επαφή μαζί της. Αν δεν σε θέλει αυτή, δεν σε αφήνει ούτε να την δεις, πολλώ μάλλον δε να την κατακτήσεις.
Είναι αυτή η μυστηριώδης ύπαρξη, που κινείται αόρατα και επιδρά μαγικά επάνω στις λέξεις, χαρίζοντας τους έλξη και γοητεία που καθηλώνουν. Χιλιάδες λεκτικοί στρατιώτες, οπλισμένοι με φαντασία και ρομαντισμό, περιμένουν παραταγμένοι στις υπηρεσίες της. Πότε τους βάζει και χτίζουν βιβλία που αντιτίθενται στην ρηχότητα της σκέψης, πότε υμνούν τον έρωτα και πότε πολεμούν με λύσσα την πεζότητα, φτιάχνοντας ποιήματα που μαγεύουν και συναρπάζουν.
Ενίοτε όμως, χρησιμοποιεί σκληρή γλώσσα, χωρίς λεκτικές εσάνς και φραστικά καρυκεύματα, για να περιγράψει επακριβώς τραγικά συμβάντα που δεν παίρνουν καμιά ωραιοποίηση.
Μα που είναι; Τόση ώρα της πλέκω εγκώμιο, κι ακόμη να ‘ρθει. Μου φαίνεται δεν θα έρθει ποτέ.. ‘Μα και βέβαια δεν θα έρθει’ με σαρκάζει ο εαυτός μου αμέσως ‘Επειδή εσύ κοντεύεις να σκάσεις και η ψυχολόγος σου σύστησε να γράφεις τα βράδια όσα σου στιγματίζουν τις μέρες, έχεις την απαίτηση να σου’ ρθει κι η έμπνευση μαζί; Σιγά μην είναι και ψυχοθεραπεύτρια για να σου κάνει και συνεδρίες.
‘Η έμπνευση κυρά μου δεν έρχεται κατά παραγγελία. Δεν επαναλαμβάνεται, δεν περιμένει και γενικώς δεν ασχολείται με κάτι λιγότερο από σπουδαίο. Τελεία και παύλα!
Έπειτα εσύ είσαι του δημοτικού. Σαν πολύ ψηλά δεν την χτίζεις την φωλιά; Εδώ τώρα, που αξιώθηκες να πας στο Γυμνάσιο, η ψυχολόγος – άλλη αυτή- σας είπε στην τάξη, πως από εδώ και πέρα, θα νιώθετε πολύ όμορφα που θα μπορείτε να συμπληρώσετε μια αίτηση για δημόσια υπηρεσία κι εσύ φιλοδοξείς να γράψεις τις σκέψεις σου; Σαν πολύ θράσος δεν έχεις; Πάντως σπουδαία ψυχολόγος αυτή. Με το που σας γνώρισε, κατάφερε να σας εμψυχώσει, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς, ότι μέχρι πρότινος ήσασταν εντελώς αστοιχείωτοι. Εγώ προτείνω, να βάλεις αυτές τις δυό, να συνεννοηθούν μεταξύ τους και να σε αφήσουν ήσυχη, αν δεν θέλουν να σκίσουν τα πτυχία τους εξαιτίας σου..
Μετά είναι και το άλλο’, συνεχίζει απτόητος ο άθλιος σαρκαστής μου. ‘Με τόσα που γίνονται τον τελευταίο καιρό, εσύ θες να ασχοληθείς με τον εαυτούλη σου και τα ψυχολογικά του; Ε, λοιπόν, σε λυπάμαι. Είσαι για γέλια και για κλάματα. Είναι σίγουρο πως πάσχεις από έλλειψη συναίσθησης και δεν αισθάνεσαι τα γεγονότα που σας χαστουκίζουν απανωτά. Ούτε τις εξελίξεις που σας ξεπερνούν βλέπεις. Ούτε καν, πως η ανθρωπότητα έχει μπει σε τροχιά ελεύθερης πτώσης δεν αντιλαμβάνεσαι..
Ξύπνα! Έχουμε πόλεμο! Έναν άγριο διαπλανητικό πόλεμο, με ένα τεράστιο πανδημικό τέρας που εμφανίστηκε ξαφνικά και απειλεί με αφανισμό όλο τον πλανήτη. Εξαπλώνεται και πολλαπλασιάζεται με φρενήρης ρυθμούς, μολύνοντας ραγδαία τους πάντες. Κι ενώ αυτός απλώνει τα πλοκάμια του και μας σφίγγει ασφυκτικά σε ένα κλοιό θανάτου, οι έμποροι του χάους βρίσκουν ευκαιρία και ξυπνούν το θηρίο του τρόμου, διασπείροντας την ανθρωποφοβία. Όλοι αποπνέουν καχυποψία και οσμίζονται θάνατο, ξυπνώντας έτσι και το άλλο θηρίο.. Το πιο άγριο από όλα. Το ένστικτό της επιβίωσης. Σε αυτό, τρέμω στην ιδέα του τι μπορεί να συμβεί αν αφεθεί ελεύθερο…
Όλοι έχουν παγώσει από το θανατικό. Είναι σοκαρισμένοι, λες και τώρα ανακάλυψαν πως είμαστε κοινοί θνητοί. Και σαν να μην φτάνει αυτό, έχουμε κι άλλον πόλεμο στα σκαριά με την γειτονική χώρα. Οι Τούρκοι αλωνίζουν στον εναέριο και θαλάσσιο χώρο μας με πολεμικές φρεγάτες και μαχητικά και προκαλούν με κάθε τρόπο την αντίδραση μας.
Ωστόσο, τέτοιες προκλήσεις τις έχουμε συνηθίσει και δεν ιδρώνει το αυτί μας. Το πιο αλλόκοτο και πρωτοφανές για μας, είναι το άλλο. Η αόρατη απειλή. Μια απειλή που ακόμη και η γλαφυρότητα δυσκολεύεται να την περιγράψει.
Για κοίτα! Ένα έκτακτο παράρτημα από σκόρπιες σκέψεις, εμφανίζεται στα ανεξερεύνητα σοκάκια του μυαλού μου και μου βάζει ιδέες. Νομίζω, πως αυτός ο εχθρός μας μοιάζει. Είναι παμπόνηρος.. Μας αντέγραψε, για αυτό είναι τόσο επικίνδυνος. Από εμάς έμαθε να πολεμάει. Μας χτυπάει αμείλικτα, ύπουλα και αθόρυβα, στοχεύοντας κατευθείαν στο κέντρο. Μας καίει τα πνευμόνια, στερώντας μας ότι πολυτιμότερο έχουμε, το οξυγόνο. Είναι επίσης ταχύτατος. .Μέχρι να εξοντώσει τον ένα, χτυπάει άλλους δέκα. Ακριβώς όπως κι εμείς όταν καίγαμε τα πνευμόνια της γης.. τότε που την τυλίγαμε στις φλόγες.. Κι εμείς αόρατοι ήμασταν, κανείς δεν μας έβλεπε. Μέχρι να κατατροπώσουμε το ένα πύρινο θηρίο, ξεπηδούσε άλλο, κι άλλο..Θυμάσαι; Κι αν θυμάσαι, μήπως με αυτό τον τρόπο, μας δείχνει τα χάλια μας, ώστε να αντιληφθούμε ποιοι είμαστε και τι κάναμε;
Βέβαια το κακό έγινε και δεν μπορούμε να το αναιρέσουμε. Το θέμα είναι τι κάνουμε τώρα. Πως θα τον νικήσουμε αφού μας αντιγράφει; Οι περισσότεροι από μας παραλογίζονται από τον φόβο. Τα βάζουν με όλους και με όλα, εκτός απ’ τον πραγματικό φταίχτη. Δηλαδή εμάς. Εμείς είμαστε οι συνήθεις ύποπτοι, στο βαθμό που αναλογεί στον καθένα. Τώρα διακρίνω μπροστά μας μια προοπτική, αυτή του δίχως προοπτική. Σχέδιο απόδρασης κανένα. Η ανθρωπότητα όλη, μέσα σε μια σήραγγα τρόμου, δίχως έξοδο διαφυγής.
Οι κυβερνήσεις κάνουν σπασμωδικές κινήσεις για να αναχαιτίσουν την άγνωστη θεόρατη απειλή, ξεκινώντας μια άνιση μάχη μαζί της, ενώ τον τρόμο κορυφώνουν τα αλάρμ, που χτυπούν συναγερμό μέσα στην νύχτα και φωνάζουν με υπόκωφη φωνή, σμπαραλιάζοντας τα ήδη σπασμένα νεύρα των πολιτών. «Κίνδυνος! Μείνετε μέσα! Ο αόρατος φονιάς, μας έχει πλησιάσει επικίνδυνα. Μη βγει κανείς έξω. Κίνδυνος! Κίνδυνος!»
Βλέπεις στην εποχή της υπερσύγχρονης τεχνολογίας, δεν χρειάζονται σειρήνες στις πόλεις για να σε προειδοποιήσουν για τους εχθρούς, καθότι υπάρχουν οι κυβερνητικές πλατφόρμες που είναι συνδεδεμένες με τα υπερσύχρονα ψηφιακά μας τηλέφωνα.
Ο Αριστοτελικός αναγκαιοκρατισμός, εμφανίζεται εκ νέου στο προσκήνιο, υιοθετώντας αμαχητί μέτρα, που φέρουν τη σφραγίδα της μετριότητας και τη μετάθεση ευθυνών. Εγκαθιστούν την υποταγή μας, αφού μας αναγκάζουν να δίνουμε πλήρη αναφορά των στοιχείων μας και της διαδρομής μας, με το οξύμωρο της υπόθεσης να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, αφού μόνοι μας εγκρίνουμε και υπογράφουμε την άδεια εξόδου μας. Η Ωκεάνια χώρα του Όργουελ αναδύεται πάλι, ξεπερνώντας κατά πολύ τις προσδοκίες του, ενώ η επιδημία του Ιονέσκο, ξαναχτυπά, ακολουθώντας κατά γράμμα τη συγγραφική ιδέα του έργου..
Οι εκπρόσωποι του νόμου, θέτουν άμεσα σε εφαρμογή και μάλιστα με υπερβάλλοντα ζήλο, μελετημένες τακτικές καταστολής αντιδράσεων, για να μας σώσουν.. Μας βάζουν στην απομόνωση όλους, μας επιτηρούν και μας κυνηγάνε με πρωτοφανή αγριότητα, λες και ξαφνικά όλος ο πλανήτης γέμισε μολυσμένους που εγκληματούν εις βάρος των άλλων..
Οι επιπλήξεις και οι συστάσεις για υπακοή, αναμονή και υπομονή, είναι καθημερινές, δίχως κάτι άλλο πέρα από αυτά. Μα πώς να νικήσεις τέτοιο τέρας, όταν το τίποτα σκοτώνει περισσότερους απ’ αυτό; Από εκεί που είχαμε μάθει να τρέχουμε ιλιγγιωδώς, κάνοντας τον άνεμο κουβάρι, τραβήξαμε χειρόφρενο κι ήρθαν όλα τούμπα. Όλα όσα κυνηγούσαμε λυσσαλέα έχασαν την ισορροπία τους και κατέρρευσαν. Τώρα αυτό που μας μένει τα βράδια, είναι η αναμέτρηση με την άχαρη επανάληψη και με τον εαυτό μας. Δυστυχώς και τα δύο κρύβουν τεράστια κενά και μια επίσης τεράστια πρόκληση, η οποία δεν είναι άλλη, από το να ισορροπήσουμε και να μην χαθούμε στην άβυσσο μας..
Όσο για την αναμονή, αυτή δυσκολεύει περισσότερο την κατάσταση, την περιπλέκει.. Γιατί αυτό το άχαρο ‘περίμενε’, από την μία διευρύνει τις μέρες και τις κάνει ατέλειωτες. Και απ’ την άλλη σου βγαίνουν λειψές στο μέτρημα, καθώς χάνονται αξόδευτες μέσα στην αγωνία του αναπόφευκτου. Είναι στιγμές, που μου θέλω να τα σπάσω όλα, μα το μόνο που με παρηγορεί, είναι πως όσο εμείς κρατάμε την ανάσα μας, η Γη μας, η κατάφορα κακοποιημένη από όλους εμάς που την καταδυναστεύουμε,, παίρνει βαθιά ανάσα κι ανακουφίζεται..
Πάντως οι φιλόσοφοι και οι ορα8ματιστές έχουνε δίκιο, όταν ισχυρίζονται πως ότι σκέφτεσαι συντελείται κάποια στιγμή. Εκτός αν κάποιοι, υιοθετούν τα αποκυήματα της φαντασίας των συγγραφέων, διαμορφώνοντας με αυτά την ανάλογη πραγματικότητα, δεκαετίες αργότερα.. Αυτό το τελευταίο όσο το παρατηρώ, τόσο επιβεβαιώνεται… Αναρωτιέμαι τελικά ποιος αντιγράφει ποιόν. Η ζωή την τέχνη, ή η τέχνη τη ζωή;
Μεγάλο μπέρδεμα το παραπάνω ερώτημα, το οποίο επιβαρύνει την υπάρχουσα σύγχυση μας. Αλλά αυτό δεν έγινε τώρα. Η σύγχυση προϋπήρχε από τότε που συμπτυχτήκαμε σε μια τεράστια ανθρωπόμορφη μάζα, όπου κανένας δεν θέλει κανένα κι όμως τον συναναστρέφεται, παρασυρμένος από την δίνη της αναγκαστικής συνύπαρξης και συνάμα τον φόβο του εξοστρακισμού. Ένα εξελιγμένο άγευστο και άοσμο μείγμα για σκοτεινές ορέξεις, χωρίς την τόλμη της μοναδικότητας. Ένα σύνολο που ανταλλάσει την αληθινή ζωή με μια χούφτα ψευδαίσθηση και χαμογελάει στην πλάνη του, νομίζοντας ότι χαίρεται…
Μολονότι ο εγκλεισμός και το θανατικό, κάνει τις αταίριαστες συνυπάρξεις αφόρητες, στην φάση που είμαστε επιλογές δεν υπάρχουν, καθώς το ‘ή εσύ να πεθάνεις άντρα μου ή εγώ να χηρέψω’ είναι ένα και το αυτό. Μας μένει μόνο να προσπαθήσουμε κι ας μην μας αρέσει. Να βάλουμε την αλήθεια μπροστά και να τελειώνουμε με τα ψεύτικα και το φαίνεσθε… Να τελειώνει το ότι δηλώνεις είσαι.. Αν αυτό που θα επικαλείσαι δεν ισχύει στα αλήθεια, θα απορρίπτεται εκ της συνειδήσεως. Τώρα δέσαμε… Η εν λόγω κυρία, αυτή η αξιοπρεπής αρχόντισσα, έχει περιέλθει σε καταστολή, ούτε ξέρω από πότε και χωρίς αυτή είμαστε χαμένοι. Ενεργοποίηση και επιστράτευση στην συνείδηση τώρα! Αρκετά την κρατήσαμε στην αδράνεια. Αυτή είναι η πρώτη που πρέπει να ηγείται στην μάχη. Και όλα στον κλίβανο! Καρδιά και μυαλό. Οι σκέψεις μας κολυμπάνε στη σήψη και τα συναισθήματα μας έχουνε μολυνθεί, χτυπώντας συναγερμό εδώ και καιρό.. Επίταξη και στα όνειρα τώρα! Σε αυτά που μας κυνηγούν, και σ’ αυτά που κυνηγάμε. Απολύμανση και αντισηψία και σε αυτά ! Να είναι καθαρά και ξάστερα, για να μας δείχνουν τον δρόμο…
Αναμοχλεύω… τα χρόνια που πέρασαν κι έφτασα μέχρι εδώ και μια οσμή μούχλας αναδύεται από μέσα τους, προκαλώντας μου θλίψη.. Παρατηρώ αυτή την αέναη πάλη των χρόνων. Παρελθόν, παρόν και μέλλον, έρχονται πάντα ισοπαλία σε αυτή την αδιάκοπη διαδοχή στιγμών.. Κάθε στιγμή, παραδίδει την σκυτάλη στην επόμενη, σε μια σκυταλοδρομία χωρίς αφετηρία και τέλος, ενώ ο καιρός χαράσσει αθόρυβα τις νίκες και τις ήττες πάνω μας, χρωματίζοντας με εκείνα τα ανεξίτηλα χρώματα της φθοράς, κάθε εναλλαγή της σκυτάλης.
Μόνο ο χρόνος βγαίνει πάντοτε αλώβητος και νικητής. Ένα μυστήριο πράγμα.. Κανείς από τους ανθρώπους δεν κερδίζει στην τελική αναμέτρηση μαζί του. Έρμαια όλοι, περιδιαβαίνουμε την αδιάσπαστη έννοια του, συγκρουόμενοι με τις συγκυρίες του, που άλλοτε μας ευνοούν κι άλλοτε μας πετσοκόβουν. Τρεις χρόνοι ουδέτεροι μέσα στον καμβά της ζωής μας, για να επιλέξουμε τι στίγμα θα αφήσουμε πίσω μας… Αν θα αποτελέσουμε το κυρίως θέμα η το ομοιόμορφο ασήμαντο φόντο του.
Οξύμωρη έγινα απόψε. Έχω μια διάθεση τόσο θετική κι άλλη μια τόσο αρνητική, που θα με κόψουν στη μέση.
Όλα αυτά που συμβαίνουν, με κάνουν να νιώθω πως παίζουμε σε ταινία επιστημονικής φαντασίας, που οι πρωταγωνιστές είναι αόρατοι κι εμείς ένας όχλος από ασήμαντους κομπάρσους. Νομίζω πως ο σκηνοθέτης του έργου κλέβει λίγο κι από το θέατρο σκιών. Κι εδώ ο πρωταγωνιστής αόρατος είναι, καθώς κινεί τα επίσης αόρατα νήματα της φιγούρας του, δείχνοντας μέσα απ τη σκιά αυτό που θέλει να δουν οι θεατές ..
Η εντύπωση μου αυτή, ενισχύεται κι από κάτι άλλο.. Ενώ κατοικώ στην πρωτεύουσα που ποτέ δεν κοιμάται, απόψε όλα σιωπούν και δεν ακούγεται μήτε σκυλί, μήτε αυτοκίνητο, μήτε ανθρώπινη λαλιά. Μονάχα μια νεκρική ησυχία που όσο πάει και βαθαίνει. Η σιωπή. Άλλη σπουδαία κυρία κι αυτή.. Αυτή δεν κάθεται ποτέ σε ένα τόπο. Απλώνεται παντού και καταπίνει όλα τα μυστικά του κόσμου, δίχως να τα προδίδει ποτέ, πιστή στον όρκο της.
Μπορώ να πω, ότι αγαπώ την σιωπή. Είναι ανεκτίμητη μέσα στην εχεμύθεια της. Μα απόψε δεν την αντέχω. Είναι βαριά και με πλακώνει. Είμαι βέβαιη πως αν την κόψω με το μαχαίρι, άχνα δεν θα βγάλει. Αυτή η σιωπή, είναι που με ανατριχιάζει πιότερο ετούτο το βράδυ.
Κι άλλο ασθενοφόρο… Αυτό ουρλιάζει χειρότερα απ’ το πρώτο και θερίζει την νεκρική σιγαλιά μια κι έξω. ‘Να πάρει η ευχή! Ποιος ξέρει πόσους θέρισε το τέρας απόψε’ μουρμουράω συγχυσμένη και σηκώνομαι επάνω.
Τρεις μετά τα μεσάνυχτα. Ο μισοσκότεινος δρόμος, μοιάζει πραγματικά με σκηνικό τρόμου παρμένο από ταινία του Χίτσκοκ. Μόνο οι νυχτερίδες και οι λύκοι λείπουν, αλλά αυτοί δεν πρόκειται να φανούν. Είναι κυνηγημένοι και κρύβονται. Δεν έχουν πια σπίτι, ούτε ερημιές. Έχουν μετατραπεί όλες σε πεπατημένες και μονοπάτια ανίερα για ανθρώπους, ενώ το ουρλιαχτό τους σκέπασαν οι μεγαλοστομίες και οι ασάφειες τους..
Νυχτερίδες όμως έχει. Κανείς δεν φαντάζεται πόσες. Ούτε κι εγώ το φανταζόμουν, μέχρι που το ανακάλυψα τυχαία ένα χάραμα, καθώς καθόμουν στο μπαλκόνι μου. Όπως δεν φαντάζεται κανείς, πως όλες οι κολόνες ηλεκτροδότησης της πόλης είναι γεμάτες από αυτά τα νυκτόβια θηλαστικά. Τις είδα με τα μάτια μου, λίγο πριν φέξει, να κρύβονται πανικόβλητες μέσα στους στύλους.. Στην αρχή νόμιζα ότι είναι πουλιά, κοιτάζοντας αφηρημένα.. Τις πρόσεξα όμως, καθώς κουτουλούσαν και προσπαθούσαν να σμικρυνθούν για να χωρέσουν στις απίστευτα μικρές τρύπες, που βρίσκονται στην κορυφή της κολόνας.
Έπειτα κοίταξα κι άλλον στύλο πιο πέρα. Η ίδια μάχη κι εκεί. Επί μία εβδομάδα τους έστηνα καρτέρι για να βεβαιωθώ. Μου φαινόταν ασύλληπτο, πως αντί για σπηλιές, οι νυχτερίδες είχαν για σπίτι τους τις κολόνες ηλεκτρισμού, κάτι που αποδεικνύει περίτρανα, την τεράστια προσαρμοστικότητα που έχουν τα έμβια όντα στο περιβάλλον.
Σιωπή λοιπόν. Κάτι ξέρει αυτή που δεν μιλάει. Καιρός να παραδειγματιστούμε. Άλλωστε αρκετά μιλήσαμε. Και μάλιστα παραπάνω από ότι πρέπει. Ας την ακούσουμε .. Είναι σπουδαία στιγμή, όταν αφουγκραζόμαστε την σιωπή μας. Είναι ο εαυτός μας μέσα εκεί και μας μιλά .. Ουρλιάζει βουβά τις πραγματικές μας ανάγκες κι όχι αυτές που μας σερβίρουν οι άλλοι. Να τον αφήσουμε να μας συστηθεί επιτέλους. Τόσα χρόνια τον κουβαλάμε μέσα μας και δεν τον γνωρίζουμε. Μήπως αυτό είναι που φοβόμαστε τελικά; Να μείνουμε μόνοι με τον εαυτό μας;
‘Τότε εσύ γιατί μιλάς;’ Με χλευάζει ο αναιδής σαρκαστής μου, χωρίς να χάσει χρόνο.
‘Μα δεν μιλώ ανόητε. Οι σκέψεις μου ουρλιάζουν, για αυτό τσιμουδιά.’ του αντιγυρίζω εκνευρισμένη.
Κι άλλη σειρήνα. Αυτή είναι της αστυνομίας και είναι πολύ πιο διαπεραστική, σκορπίζοντας ολόγυρα μια πρωτοφανή αγριότητα, λες κι η αποψινή νύχτα θα καθορίσει τις εξελίξεις.. Μα τι γίνεται ; Αφού δεν είναι κανένας έξω. Πού τρέχουν μες το βαθύ σκοτάδι;
Μια αλαφροΐσκιωτη σκέψη μου ξεφεύγει και συναντά την Ιστορία. Συνωστισμός απόψε κι απαγορεύεται..
Η Ιστορία. Άλλη μεγάλη κυρία αυτή. Παγκοσμίου φήμης. Αλησμόνητη μέσα στους αιώνες, αγέρωχη και σκληρή. Αιμοχαρής ερωμένη, που όπου δει θανατικό τρέχει με την πένα στο χέρι.. Αναρωτιέμαι τι να θέλει αυτή εδώ απόψε. Ποιος την κάλεσε; Λες να έχω δίκιο; Λες να αλλάζει ο ρους της Ιστορίας και να μην το πήραμε χαμπάρι; Σκούρα τα πράγματα. Αυτή μόνο μπελάδες γυρεύει. Αν δεις την Ιστορία να πλησιάζει τρέχα!
Αυτή σε αντίθεση με την έμπνευση, βουτά την πένα της στο αίμα για να γράψει . Με ανεξίτηλο κόκκινο καταγράφει θεομηνίες, επαναστάσεις και πολέμους, ενώ με το μαύρο του θανάτου, απαριθμεί τα θύματα της. Οι ημερομηνίες της είναι σχεδόν πάντα αιματηρές, αφού το πάνθεον της ιστορίας χαράσσεται συνήθως με τραγωδίες. Γλυκανάλατοι επίλογοι στα τεφτέρια της Ιστορίας δεν υπάρχουν. Ακόμη και οι έρωτες που γίνονται αποδεκτοί από εκείνη, πρέπει να φτάνουν στο θάνατο. Νομίζω πως αυτή η κυρία είναι αιμοσταγής. ..
Πέντε η ώρα. ‘Κοίτα να δεις που το χρονικό μιας ολόκληρης νύχτας πήγε στράφι, δίχως να καταφέρω να γράψω ούτε μια λέξη. Έστυψα το κουφιοκέφαλο μου και τίποτα’ με μέμφομαι, ενώ ψάχνω αφορμή να παραιτηθώ από τον οικειοθελή καταναγκασμό μου. Άλλωστε τώρα δεν με πιέζει κανείς. Η έμπνευση αποχώρησε προ πολλού απηυδισμένη..
Επιτέλους! Ο κότσυφας σπάει μελωδικά την αφόρητη σιωπή και με γλυτώνει από την αυτομαστίγωση.. Όπως κάθε ξημέρωμα, έτσι και σήμερα είναι πιστός στο ραντεβού του, δίνοντας ρεσιτάλ καλλιφωνίας πάνω στα δέντρα. Το ωραιότερο κελάηδισμα, την ωραιότερη ώρα. Το μικρό κοτσύφι, αυτός ο γνήσιος τενόρος της ουράνιας σκηνής δίνει τα ρέστα του. Τα κοτσύφια προτιμούν το λυκόφως, εκεί που οι αχτίδες τεμαχίζουν το σκοτάδι και δεν υπάρχει ανθρώπινη λαλιά να μπερδευτεί με την δική τους. Άλλωστε και μένα με συναρπάζει η ώρα αυτή. Θεωρώ πως είναι η πιο δυνατή στιγμή του κύκλου της γης.
Πιο πέρα ένα μπάσο κοκόρι διαλαλεί την νίκη του ήλιου. Ξαφνικά, πέντε-έξι πράσινοι εξωτικοί παπαγάλοι, από τους πολλούς που υπάρχουν στην περιοχή, προσγειώνονται στην γαζία του κήπου, ξεφωνίζοντας δυνατά και φάλτσα. Τα κλαδιά της γαζίας φτάνουν ψηλά κι απλώνονται μέχρι το μπαλκόνι μου. Είναι τόσο κοντά μου, που αν απλώσω το χέρι, μπορώ να αγγίξω τα πουλιά, αλλά προτιμώ να μείνω ακίνητη για να μην τρομάξουν και φύγουν…
Πιο πέρα, κρυμμένοι στο πεύκο, μερικοί τροβαδούροι σπούργοι συνθέτουν μια άρια, ενώ μια καρακάξα πετάει αδέσποτες νότες, καθώς οι τελευταίες νυχτερίδες προσπαθούν εναγωνίως να τρυπώσουν στο περίεργο κρησφύγετο τους πριν ανέβει ο ήλιος. Πόσο εύπλαστες είναι… Τι φανταστικό κρεσέντο αυτό των πουλιών.. Πόσο εύκολα εναρμονίζονται μεταξύ τους, σε αντίθεση με τους ανθρώπους, που όταν μιλάνε όλοι μαζί παράγουν μονάχα οχλαγωγία..
Γίνομαι παράνομη. Μια δραπέτης, που με φυγαδεύουν απ’ την πεζότητα οι ιπτάμενοι φίλοι μου… Κλείνω τα μάτια και δραπετεύω παίρνοντας μαζί μου ήχους, εικόνες και συνδυασμούς, μήπως και ισοφαρίσω το άκαρπο πέρασμα μου από την αποψινή νύχτα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου